Η ροή είναι γνωστή: κραυγές απόγνωσης για βοήθεια, αδυναμία της κρατικής μηχανής, κατάρες στους Άγνωστους Εμπρηστές (Α.Ε), ατέρμονη πολυλογία για την αναζήτηση ευθυνών, «γενναιόδωρες αποζημιώσεις», τηλεπαράθυρα γεμάτα ειδικούς και...cut. Επόμενο θέμα...Μετά απ’όλα αυτά η γεύση που μένει είναι στυφή. Απότομο hang-over μετά από μια πολυήμερη δόση αδρεναλίνης. Μια χλιαρή υποψία ότι γενικά υπάρχουν κάποιοι αδυσώπητοι εμπρηστές. Μια βεβαιότητα ότι η Ελλάδα βρίθει καταπατητών που μπαζώνουν ρέματα και τσιμεντώνουν δάση. Και όλα αυτά μέσα σε μια τεράστια θολούρα όπου τα δημοσιογραφικά ρεπορτάζ προσπαθούν εναγωνίως ν’αναπαράγουν την οργή μας (άγνωστο προς που...) αλλά και την άγνοια μας. Τι γίνεται όμως όταν οι κάμερες αποσύρονται απ’τον τόπο του εγκλήματος; Όταν ξέρεις ότι τα πλάνα των ρεπορτάζ είναι κονσέρβα; Όταν η εκπεμπόμενη αδρεναλίνη μειώνεται και τα καταγγελτικά λογύδρια των ρεπόρτερς κατεβάζουν volume; Όταν η οργή του τηλεθεατή έχει μείνει ανέκφραστη αφού «οι εμπρηστές δεν βρέθηκαν», «οι ιθύνοντες δεν τιμωρήθηκαν» και «οι επιτήδειοι θα συνεχίσουν την δουλειά τους»;
Η φυσιογνωμία της βορειο-ανατολικής Αττικής
Ας πάρουμε τα πράγματα απ’την αρχή. Η περιοχή της ΒΑ Αττικής οριοθετείται βόρεια από το νομό Βοιωτίας (περιοχή Οινοφύτων), δυτικά από την Πάρνηθα και από την εθνική οδό Αθηνών –Θεσσαλονίκης, νότια από το βουνό του Υμηττού και τα Μεσόγεια και ανατολικά από θάλασσα. Στο κέντρο αυτών των εκτάσεων υπάρχει το όρος της Πεντέλης όπου γύρω του εκτείνονται οι διάφοροι δήμοι της ΒΑ Αττικής (πχ.ξεκινώντας από βόρεια οι δήμοι Γραμματικού, Μαραθωνα, Αγίου Στεφάνου, Σταμάτας, Διονύσου, Πεντέλης, Νέας Μάκρης κ.α). Σίγουρα πλέον τα βορειο-ανατολικά προάστια δεν κατοικούνται από ολιγάριθμες ομάδες Βλάχων και Σαρακατσάνων που χρησιμοποιούσαν τις απέραντες εκτάσεις πρασίνου για βοσκοτόπια και την γειτνίαση με την θάλασσα ως εμπορική πύλη αντίστοιχα.1. Όλα αυτά είναι μακρινές μνήμες. Έκτοτε πολύ νερό κύλησε στο αυλάκι, πολλές φωτιές έχουν μπει, πολλά κεφάλαια έχουν επενδυθεί και η εικόνα των βορειο-ανατολικών προαστίων της χαβούζας μας έχει αλλάξει άρδην. Ο τεράστιος φυσικός πλούτος της περιοχής έχει πληγεί διαχρονικά από καταστροφικές πυρκαγιές καθώς και από τον οργασμό ανοικοδόμησης που παρουσιάζεται στην ευρύτερη περιοχή.
Την εικοσαετία 1960-1980 λίγοι είναι αυτοί που έχουν την δυνατότητα να επιλέξουν την ΒΑ Αττική ως τόπο δεύτερης κατοικίας. Οι περιοχές γύρω από την Πεντέλη κατοικούνται μέσα από συνοικισμούς με περιορισμένη έκταση και μικρό πληθυσμό. Σιγά-σιγά, οι ευκαιρίες ανοίγουν για πολλούς και οι ορέξεις το ίδιο. Η μόδα πάντα ακολουθείται κατά ρεύματα και άλλοτε επιβάλλει τη βίλα στον Διόνυσο και στον Αγ.Στέφανο και άλλοτε στον Μαραθώνα και τη Νέα Μάκρη. Τα real estate κεφάλαια κάνουν χρυσές δουλειές αφού η ζήτηση όλο και ανεβαίνει. Ειδικά μετά και από τις πρώτες καταστροφικές πυρκαγιές της δεκαετίας του 1980, το τεμάχισμα ολόκληρων δασικών και γεωργικών περιοχών εντείνεται και πλέον οι τιμές οικοπέδων γίνονται πιο προσιτές. Περιοχές όπως αυτές του Διονύσου, της Εκάλης και της Πεντέλης ανοικοδομήθηκαν ως επί των πλείστων στα τέλη του 80’ μετά από εξίσου καταστροφικές πυρκαγιές στην περιοχή... Είναι η εποχή που η κατοικία αναψυχής γίνεται «λαϊκό δικαίωμα» (ή μικροαστικό όνειρο, πιο εύστοχα). Αστάθμητος παράγοντας για τον καθορισμό της τιμής δεν είναι ούτε η θέα ούτε από τι είδους δέντρα περιβάλλεται. Αλλά αν το «προς πώλησιν» φιλέτο γης βρίσκεται εντός ή εκτός σχεδίου πόλης (προφανώς τα εκτός σχεδίου «κοστίζουν κάτι παραπάνω» και προορίζονται για μεγάλα βαλάντια). Έτσι, οι δήμοι της ΒΑ Αττικής ούτε φτωχογειτονιές είναι αλλά ούτε και «θύλακες αποκλειστικά πλουσίων εισοδημάτων» όπως πολλοί θα’θελαν εύκολα δουν ώστε ν’αγιοποιήσουν τον «απλό λαό». Για την ακρίβεια, οι συνοικισμοί και οι κοινότητες της ΒΑ Αττικής έχουν μετατραπεί πλέον σε ολόκληρους Δήμους με αυτόνομα διοικητικά και εμπορικά κέντρα. Επιπλέον, πολλοί από τους Δήμους είναι πλήρως αστικοποιημένοι ενώ παρουσιάζουν και πολεοδομικό κορεσμό.
Η πληθυσμιακή αύξηση της Αθηναϊκής μητρόπολης αλλά και η συγκέντρωση της πλειοψηφίας των παραγωγικών, εμπορικών και διοικητικών λειτουργιών του ελληνικού κράτους στο εσωτερικό και στην περιφέρειά της, οδήγησε στην ολοένα και αυξανόμενη αστική διάχυση προς τα μέχρι τότε αναξιοποίητα εδάφη της ΒΑ Αττικής. Έτσι κι αλλιώς, είναι από τις λίγες περιοχές της Αττικής όπου κυριαρχούν οι δασικές εκτάσεις: δηλαδή, αναξιοποίητη και φτηνή (ή και τσάμπα) γη για εκμετάλλευση. Σιγά-σιγά, οι πρώτες τσιμεντουπόλεις έκαναν την εμφανισή τους στην καλλιεργήσιμη πεδιάδα των Μεσογείων (Ανθούσα, Παλλήνη, Γέρακας κ.α) και προοδευτικά ανέβηκαν και πιο βόρεια (Πεντέλη,Διόνυσος, Αγ.Στέφανος κ.α). Καθοριστικοί παράγοντες σ’αυτήν την εξέλιξη είναι επίσης η δημιουργία του διεθνούς αερολιμένα στα Σπάτα (Ελ.Βενιζέλος), η τουριστική ανάπτυξη της παράκτιας γραμμής της ανατολικής Αττικής (Ραφήνα, Ν.Μάκρη, Μαραθώνας κ.α) και η συγκέντρωση οικονομικών δραστηριοτήτων (εμπόριο, βιομηχανία) κατά μήκος την εθνικής οδού Αθηνών-Θεσσαλονίκης (πχ.Καπανδρίτι). Έτσι, η ΒΑ είτε ως τόπος κατοικίας είτε ως προορισμός αναψυχής υποδέχεται έναν τεράστιο όγκο πληθυσμού που αναπόφευκτα αλλάζει την φυσιογνωμία του κοινωνικού ιστού της.
Τα ευεργετήματα της φωτιάς
Η λαϊκή θυμοσοφία προ πολλού έχει αποφανθεί ότι το αίμα νερό δεν γίνεται. Εδώ και δεκαετίες, όμως, η κοινωνική εμπειρία έχει αποφανθεί ,επίσης, ότι η στάχτη εύκολα μετατρέπεται σε τσιμέντο και με λίγη προσπάθεια και σε...χρυσό! Πολύ μελάνι έχει πέσει για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των πυρκαγιών και για τις καταστροφές των περιουσιών των πληγέντων. Μόνο αυτή είναι η πραγματικότητα που δημιουργούν οι καταστροφικές πυρκαγιές; Κι όμως οι πυρκαγιές έχουν και ιδιαίτερα «δημιουργική» πτυχή! Η βασική συνέπεια που επέρχεται μιας πυρκαγιάς είναι η υποτίμηση της γης που καταστρέφεται. Ακόμα και μια δασική έκταση που καίγεται (δεν αναφέρουμε καν εκτάσεις που χαρακτηρίζονται ως χορτολιβαδικές ή αγροτικές) εύκολα μπορεί να αλλάξει το καθεστώς προστασίας της, να αποχαρακτηριστεί καθώς και ν’αλλάξει η νομοθεσία γύρω από τις «επιτρεπόμενες χρήσεις» πάνω σ’αυτήν. Οι κορώνες για άμεση κήρυξη των καμμένων εκτάσεων ως αναδασωτέων σκοντάφτει σε μια «μικρή παράλειψη» που χαρακτηρίζει την πολιτική του ελληνικού κράτους γύρω από το φυσικό περιβάλλον: την απουσία δασικών χαρτών αλλά και Κτηματολογίου. Η απουσία των δασικών χαρτών σχετικοποιεί τον χαρακτήρα μιας έκτασης μετά την καταστροφή της ενώ η απουσία κτηματολογίου αδυνατίζει τον τελεσίδικο καθορισμό της ιδιοκτησίας γης (εμπράγματο δικαίωμα). Έτσι, δημιουργούνται κάποιες πονηρές παρεξηγήσεις. Τι βεβαιώνει ότι η έκταση που κάηκε ήταν δασική άρα πρέπει να χαρακτηριστεί άμεσα αναδασωτέα; Τί βεβαιώνει ότι ο δημόσιος δασικός πλούτος ανήκει τελεσίδικα στο ελληνικό κράτος και όχι σε οικοδομικούς συνεταιρισμούς ή ιδιώτες που θα σπεύσουν να τον περιφράξουν μετά από μια καταστροφή; Έτσι, η έλλειψη «πολιτικής βούλησης» ή τα «αδηφάγα συμφέροντα» που συνήθως ανασύρονται ώστε ν’αποδοθούν ευθύνες απλώς σκιαγραφούν τα συμπτώματα μιας νοσηρής κατάστασης. Αυτό θα μπορούσε να ξεπεραστεί σε μια κοινωνία αγγελικά πλασμένη. Τί γίνεται όμως όταν ο αποχαρακτηρισμός δασικών εκτάσεων είναι μια τεράστια επιχείρηση στην Ελλάδα;
Η σκληρή αλήθεια είναι ότι οι στάχτες των καμμένων δασών είναι ένα τεράστιο πεδίο επένδυσης και κερδοφορίας για κάθε λογής κεφάλαιο: κατασκευαστικό, βιομηχανικό, real estate, τουριστικό κτλ. Εν ολίγοις, μια καταστοφική πυρκαγιά μπορεί ν’ανοίξει αγορές που δεν μπορεί ν’ανοίξει η διάνοια του κάθε τεχνοκράτη καπιταλιστή. Η καμμένη γη είναι κατεξοχήν φτηνή γη, άρα και ανοιχτή προς αξιοποίηση, ανάπτυξη κτλ. Βέβαια, η επένδυση στην στάχτη δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο για τα ελληνικά δεδομένα. Μια βόλτα στην πρόσφατα καμμένη Πάρνηθα θα μας πείσει για το πόσο εύκολα αύξησε την ακίνητη περιουσία του το Mont Parnes. «Ασυνείδητοι μεμονωμένοι καπιταλιστές» θα πουν κάποιοι. Ίσως μια βόλτα στο νομό Ηλείας που πλήγηκε από τις πυρκαγιές του 2007 να πείσει και τους πλέον κοντόφθαλμους ότι η «αξιοποίηση» των καμμένων δασών είναι και κρατική δουλειά! Εκεί οι καμμένες εκτάσεις βαπτίστηκαν μέσα στο τσιμέντο της Ιονίας Οδού. Γενικότερα, η «αξιοποίηση» πρώην δασικών εκτάσεων δεν αφορούν αποκλειστικά τους οικοπεδοφάγους και τους καταπατητές αλλά και το σύνολο του κρατικού οικοδομήματος που είτε σχεδιάζει δημόσια έργα πάνω σε δάση (πχ.Αττική Οδός) είτε αποτελεί το απαραίτητο δεκανίκι για χρυσές δουλειές διαφόρων αφεντικών (πχ.ΠΟΤΑ Μεσσηνίας). Η δυσαρμονία φυσικού περιβάλλοντος και καπιταλιστικής ανάπτυξης αντικατοπτρίζεται μέσα από την αρμονική συνεργασία κράτους και κεφαλαίου με σκοπό την αξιοποίησή του: πχ. η δημιουργία οικισμών μέσα σε δασικές εκτάσεις προοδευτικά γεννά την ανάγκη και για μια σειρά από «αναπτυξιακά έργα» και «κοινωνικές υποδομές». Αυτοκινητόδρομοι, αποχετευτικά έργα, ΧΥΤΑ και κοινωφελείς εγκαταστάσεις (σχολεία, νοσοκομεία, γήπεδα κ.α) εκ μέρους της κρατικού μηχανισμού έρχονται να συμπληρώσουν το έγκλημα παγιώνοντας την αστικοποίηση ολόκληρων περιοχών που μέχρι πρότινος βασίλευε η ζωή και το οξυγόνο.
Μετά απ’όλα αυτά, ποιός αναρωτιέται ακόμα για τα κίνητρα και την ταυτότητα του εμπρηστή; Αποχαρακτηρισμός και αναδιανομή εκτάσεων, νέες χρήσεις γης, οικοδομικός οργασμός, νέα αναπτυξιακά σχέδια, κοινοτικά προγράμματα στήριξης, τραπεζικά δάνεια, και ασφαλιστικές καλύψεις είναι κάποιους από τους άξονες που αναζωογονούν την κυκλοφορία των κεφαλαίων μετά από μια καταστροφική πυρκαγιά. Κι όλα αυτά εν μέσω Οικονομικής Κρίσης (ή του Κεφαλαίου, αν προτιμάτε), έρχονται ως μάννα εξ ουρανού.
Και τώρα;
Η ΒΑ Αττική έχει πληγεί επανανειλλημένως από καταστροφικές πυρκαγιές τις προηγούμενες δεκαετίες. Άμεσο αποτέλεσμα είναι από την μια η καταστροφή χιλιάδων στρεμμάτων δασικού και ευρύτερα φυσικού πλούτου αλλά και η ταυτόχρονη ένταξη 100.000 στρεμμάτων εντός σχεδίου πόλης την τελευταία 15ετία. Παράλληλα, τους τελευταίους μήνες υπάρχει μια ζωηρή κινητικότητα στους Δήμους της ΒΑ Αττικής όσον αφορά την εκπόνιση, την μελέτη και την έγκριση των Γενικών Πολεοδομικών Σχεδίων (ΓΠΣ). Τα ΓΠΣ οργανώνουν την ανάπτυξη των λειτoυργιών και των δραστηριοτήτων στα πλαίσια μιας πόλης, ενός δήμου. Συγκεκριμένα, αφορούν το σύνολο ενός Δήμου είτε αφορά την δομημένη/αστική έκταση είτε την δασική/αγροτική έκτασή του και δίνουν κατευθύνσεις για την οργάνωση των οικισμών και του «κενού χώρου» στα όρια ενός Δήμου (πχ.επέκταση οικισμών, πόση γη για καλλιέργεια, πόση για βιομηχανία, πόσα σχολεία κτλ). Σε άλλους τα ΓΠΣ έχουν εγκριθεί (Ανθούσα) ενώ σ’άλλους είναι υπό μελέτη (Διόνυσος, Γραμματικό, Πικέρμι,Ροδόπολη). Μάλιστα στο site www.aftodioikisi.gr μαθαίνουμε ότι στον Δήμο Αγ.Στεφάνου η πολεοδομία εξέδωσε κατά λάθος άδειες σε 500 σπίτια που κτίστηκαν σε περιοχή που έχει κριθεί αναδασωτέα από το 1982 ενώ συνολικά στην Ανατολική Αττική τα αυθαίρετα κτίσματα ανέρχονται σε 250.000! Παράδοξα της ψωροκώσταινας; Όχι! Είναι αυτονόητο ότι όλη αυτή η κινητικότητα τράβηξε το ενδιαφέρον διαφόρων καλοθελητών ενώ μετά την καταστροφή 300.000 στρεμμάτων γης στην ευρύτερη περιοχή είναι δεδομένη η αυξημένη ζήτηση στην επιχείρηση αποχαρακτηρισμών εκτάσεων και ένταξής τους στο σχέδιο πόλης. Στο κάτω-κάτω, οι προϋποθέσεις υπάρχουν και το «know how» είναι εύκολο να εφαρμοστεί. Για παράδειγμα, ο οικοδομικός συνεταιρισμός ΑΟΟΑ (Αυτόνομος Οικοδομικός Συνεταιρισμός Αξιωματικών)2 το 1998 κατάφερε να εντάξει στο σχέδιο πόλης της Νέας Μάκρης έκταση 800 στρεμμάτων ενώ ο συνεταιρισμός «Νέα Αιολίδα» στην περιοχή του Διονύσου και της Ροδόπολης το 1950 κατείχε 2.713 στρέμματα και σήμερα εμφανίζεται να κατέχει 4.000 (πολλά από τα οποία έχουν ήδη οικοδομηθεί). Επιπλέον, ο τρόπος να κτίσεις ένα αυθαίρετο είναι γνωστός. Περιφράσσεις μια καμμένη έκταση, φυτεύεις ελαιόδεντρα ή οπωροφόρα, παρουσιάζεις χαρτιά που «αποδεικνύουν» ότι είσαι ο νόμιμος κληρονόμος του συγκεκριμένου «αγροτεμαχίου» και παρουσιάζεις μάρτυρες που βεβαιώνουν ότι καλλιεργείς την συγκεκριμένη έκταση πολύ πριν την καταστροφή της από την πυρκαγιά. Παράλληλα, χτίζεις «νύχτα» το φτωχικό σου και με τ’απαραίτητα πάρε-δώσε με τους τοπικούς άρχοντες σου παρέχουν τ’απαραίτητα έγγραφα που βεβαιώνουν την ιδιοκτησία σου. Αυτή η αναγνώριση σου λύνει την δυνατότητα παροχής φωτός-νερού-τηλέφωνου εκ μέρους των δημοσίων υπηρεσιών. Έτσι όλοι είναι ευχαριστημένοι: εσύ έχεις ένα σπιτάκι να βάλεις από κάτω το κεφάλι σου, έχεις συσφίξει την σχέση σου με την Τοπική Αυτοδιοίκηση και δεν νιώθεις απομονωμένος στην καινούργια σου γειτονιά, έμαθες επιτέλους να μην πουλάς όσο-όσο το εκλογικό σου δικαίωμα, κάποιοι υπάλληλοι της Πολεοδομίας έγιναν λίγο πλουσιότεροι και ούτω κάθεξής... Για του λόγου το αληθές, δείτε την γκρίνια που αναμασούν οι δήμαρχοι των πληγεισών περιοχών επειδή ο Χοντρούλης «τόλμησε» να εξαίρεσει από την οικονομική βοήθεια τους κατόχους αυθαιρέτων! Όπως και να’χει, και εμείς μαζί μ’αυτούς «πιστεύουμε ακράδαντα ότι σύντομα θα βρεθεί κάποια λύση»...
Επιχείρηση: «Επέκταση προς Βορράν και Ανατολήν»
Όμως, θα’μασταν αφελείς αν πιστεύαμε ότι υπεύθυνοι για τον δεύτερο γύρο καταστροφής στην ΒΑ Αττική είναι τα μικρά ή τα μεγαλύτερα λαμόγια που θα σπεύσουν να χτίσουν τις βιλλίτσες τους στις καμμένες εκτάσεις. Θα ξαναεμπιστευτούμε την λαϊκή θυμοσοφία που τονίζει ότι «το ψάρι βρωμάει απ’το κεφάλι». Το ΥΠΕΧΩΔΕ σε συνεργασία με τον Οργανισμό Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας (ΟΡΣΑ) στις 13 Απρίλη του 2009 ανακοίνωσε το σχέδιο νόμου για το νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο Αττικής που αφορά «το σύνολο των στόχων, των κατευθύνσεων πολιτικής, των προτεραιοτήτων, των προγραµµάτων και των µέτρων που προβλέπονται από το νόµο αυτό ως αναγκαία για τη χωροταξική και οικιστική οργάνωση της Αττικής και την προστασία του περιβάλλοντος σύµφωνα µε τις αρχές της βιώσιµης ανάπτυξης». Οικιστική ανάπτυξη, χωροταξική δομή των τομέων παραγωγής, δίκτυα μεταφορών, χωρική διάρθρωση διοικητικών και κοινωνικών υπηρεσιών, πολεοδομική οργάνωση και πολιτικές γης και κατοικίας είναι κάποιες από τις βασικότερες κατευθύνσεις που καθορίζει άλλοτε συγκεκριμένο και με αυστηρό τρόπο και άλλοτε με γενικότερο και όχι άμεσα δεσμευτικό. Το Ρ.Σ.Α ως νόμος του κράτους δίνει συνολικότερες κατευθύνσεις ανάπτυξης στις οποίες οφείλουν να ευθυγραμμιστούν οι επιμέρους αναπτυξιακοί προγραμματισμοί πχ.της Τοπικής Αυτοδικοίκησης.
Συγκεκριμένα, ορίζει ακροθιγώς τον ρόλο της Βόρειας Αττικής ως «φυσικού απόθεματος της ευρύτερης περιοχής της Αθήνας» δηλώνοντας αόριστα ότι «θα ληφθούν άµεσα ισχυρά µέτρα προστασίας των φυσικών, παράκτιων και άλλων εκτός σχεδίου περιοχών». Παρακάτω, όμως περνάει στο ουσιαστικό κομμάτι του ζητήματος. Προβλέπει ότι θα υπάρξουν ευρύτατες αναπτυξιακές διεργασίες στον χώρο της Β.Αττικής τις οποίες θα πυροδοτήσει η επιδιωκόμενη αποφόρτιση του Λεκανοπεδίου και «θα έχουν ως αποδέκτες τους υφιστάµενους οικισµούς πρώτης και δεύτερης κατοικίας, και µικρό αριθµό νέων οργανωµένων περιοχών επιχειρηµατικών δραστηριοτήτων σε θέσεις µε πολύ καλή υπερτοπική προσπελασιµότητα». Επίσης, η Β.Αττική διαθέτει «το συγκριτικό πλεονέκτημα του χαµηλού ακόµα βαθµού αστικοποίησης» το οποίο οδηγεί τους συντάκτες του Ρ.Σ.Α να θέσουν κάποιες κατευθύνσεις όσον αφορά τις πολιτικές χρήσεων γης στην ευρύτερη περιοχή. Δύο απ’αυτές καθορίζουν «την οργάνωση της αστικής ανάπτυξης κυρίως στο οικιστικό σύµπλεγµα που στρέφεται προς το ΒΑ Πολεοδοµικό Συγκρότηµα, µε λελογισµένη ανάπτυξη κύριας και παραθεριστικής κατοικίας στους ηπειρωτικούς και παράκτιους οικισµούς» καθώς και την «πολεοδοµική οργάνωση των παραγωγικών ζωνών που συµπεριλαµβάνονται εκατέρωθεν του εθνικού και σιδηροδροµικού δικτύου και αποτελούν τµήµα του Στρατηγικού αναπτυξιακού άξονα Βορρά – Νότου (Διεθνούς και Εθνικής εµβέλειας) µε σηµαντικούς πόλους ανάπτυξης στην περιοχή της περιοχής Αυλώνα (Βόρεια πύλη Περιφέρειας Αττικής) και Αγίου Στεφάνου –Κρυονερίου (Βόρεια Πύλη του Μητροπολιτικού συγκροτήµατος της Αθήνας)». Όλα τα παραπάνω όσο κομψές διατυπώσεις και αν περιλαμβάνουν, σκιαγραφούν την στρατηγική επιλογή για την επέκταση της Αθηναϊκής μητρόπολης προς την Βόρεια (Ανατολική)Αττική. Ούτως ή άλλως, στο άρθρο 13 «Οικιστική Ανάπτυξη και Πολεοδομική Αναμόρφωση» του Ρ.Σ.Α καθορίζεται ότι «οι νέες επεκτάσεις είναι ωστόσο αποδεκτές εφόσον η αναγκαιότητα τους τεκµηριώνεται, βάσει της κατανοµής των προγραµµατικών µεγεθών και των ορίων κορεσµού των ΣΧΑΕ3 ή και των Σχεδίων Συνδυασµένης Χωρικής Ανάπτυξης των προγραµµατικών οµάδων ΟΤΑ, στις περιπτώσεις όπου ο υφιστάµενος πολεοδοµικός χώρος είναι διαπιστωµένα ανεπαρκής είτε χαρακτηρίζεται από ακαµψίες που δεν επιτρέπουν εξάντληση της χωρητικότητάς του µέχρι το σύνηθες ποσοστό κορεσµού. Η σχετική εκτίµηση γίνεται σε επίπεδο προγραµµατικής οµάδας ΟΤΑ και κατ’ ελάχιστον σε επίπεδο Δήµου.(...)». Δηλαδή, για την επιχείρηση επέκτασης της μητρόπολης δίνονται και συγκεκριμένα κίνητρα και προνόμια. Αφενός, η διατύπωση περί «συγκριτικού πλεονεκτήματος» (που δεν διατυπώνεται για καμία άλλη περιοχή του Λεκανοπεδίου!) αφήνει τις πόρτες διάπλατα ανοιχτές στο να μπουν χιλιάδες στρέμματα καμμένης γης εντός σχεδίου πόλης και, έτσι, είτε να νομιμοποιηθούν πολλά αυθαίρετα είτε δοθεί το πράσινο φως για την αστική διάχυση των υπάρχοντων οικισμών στην καμμένη γη. Αφετέρου, κομβικό ρόλο στην κατεύθυνση αυτή θα παίξει η Τοπική Αυτοδιοίκηση (Περιφέρεια, Νομαρχία, Δήμος) λαμβάνοντας και αυτή με την σειρά της τα «ανταποδοτικά οφέλη» από την επιχείρηση αυτή.
Όσον αφορά την Ανατολική Αττική τα πράγματα γίνονται πιο ξεκάθαρα αφού θ’αποτελέσει «τον δεύτερο πόλο ανάπτυξης της ευρύτερης περιοχής της Αθήνας» καθώς προορίζεται για σημαντικές «διαπεριφερειακές και λειτουργίες (μεταφορές) και οικονομικές δραστηριότητες». Ο Διεθνής Αερολιμένας (Ελ.Βενιζέλος) ήταν ο καταστροφικός παράγοντας για την πλήρη αστικοποιησή τους ενώ τώρα είναι αυτός που θα δώσει και την χαριστική βολή αφού «βασικοί πόλοι ανάπτυξης για την περιοχή αποτελούν οι οργανωµένες περιοχές παραγωγικών δραστηριοτήτων, σε θέσεις µε πολύ καλή υπερτοπική προσπελασιµότητα, όπου θα πρέπει να εγκατασταθούν κατά προτεραιότητα εξαρτηµένες και ελκυόµενες από τον Διεθνή Αερολιµένα δραστηριότητες». Στο επίπεδο της «υπερτοπικής προσπελασιμότητας» ήδη οι μηχανές βρίσκονται υπ’ατμόν για την κατασκευή των οδικών αξόνων Μεσογείων-Ραφήνας, Μεσογείων-Άγιας Μαρίνας, και Σταυρού-Ραφήνας. Επίσης, προβλέπεται η κατασκευή 200.000 νέων κατοικιών «στις παρυφές» των υπάρχοντων οικισμών των Μεσογείων.
Ο στρατηγικός στόχος του ελληνικού κράτους ν’αναδειχθεί ο ρόλος της Αθήνας «ως διεθνούς και ευρωπαϊκής µητρόπολης και ως «Πόλης-Πύλης» για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη» και «ως επιχειρηµατικού συνδέσµου της Ευρωπαϊκής Ένωσης µε την Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή» δικαιολογεί την εκ νέου υπερ-συγκέντρωση οικονομικών και διοικητικών λειτουργιών στην περιφέρεια της μητρόπολης άρα και την διόγκωσή της προς όλες τις κατευθύνσεις ανεξαρτήτως κόστους. Οι σχεδιαζόμενοι αυτοκινητόδρομοι, οι νέες τσιμεντουπόλεις που θα προκύψουν στα καμμένα, τα βιομηχανικά-τεχνολογικά-εμπορικά πάρκα που οργανώνονται, η τουριστική βιομηχανία εντατικού χαρακτήρα που προωθείται στην παράκτια γραμμή της ΒΑ Αττικής, η «παρκοποίηση» των ορεινών δασικών όγκων (Πεντέλη, Πάρνηθα,Υμηττός) και, τέλος, η «αναβάθμιση» των λιμένων Ραφήνας και Λαυρίου είναι κάποιες από τις αναπτυξιακές διεργασίες στον ευρύτερο χώρο της ΒΑ Αττικής που προωθούνται από τα think tanks του ντόπιου και διεθνούς κεφαλαίου ώστε να αποτελέσει η Αθήνα την καπιταλιστική μητρόπολη της νέας εποχής. Το στραγγάλισμα του φυσικού περιβάλλοντος αλλά και των ζωών μας είναι απλώς κάποιες «παράπλευρες απώλειες». Οι μηχανές είναι καλολαδωμένες...
Συνέλευση έμμισθων, άμισθων, «μπλοκάκηδων», «μαύρων», ανέργων και φοιτητών στα ΜΜΕ
http://athens.indymedia.org